Выдыхаться στα ελληνικά
Μετάφραση: выдыхаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοπεδώνω, ισιώνω, χάνω, πετυχημένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выдыхательный στα ελληνικά - εκπνευστικός, εκπνοής, εκπνευστική, εκπνευστικής, εκπνεόμενος
- выдыхать στα ελληνικά - αποπνέω, exhale, αναδώστε, εκπνεύσεις, αναδίνετε
- выдюжить στα ελληνικά - υπομένω, αντέχω, υπομείνουν, υπομείνει, υπομένουν, αντέξει, να αντέξει
- выедать στα ελληνικά - ροκανίσει, να ροκανίσει, ροκανίσει το, να φάει μακριά, διαβρώνουν
Τυχαίες λέξεις
Выдыхаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, χάνω, πετυχημένο
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, χάνω, πετυχημένο