Выкручивать στα ελληνικά
Μετάφραση: выкручивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμπή, πλοκή, στραμπουλίζω, στροφή, στύβω, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выкрутить στα ελληνικά - στύβω, στροφή, καμπή, πλοκή, στραμπουλίζω, ξεβιδώστε, ξεβιδώσει, ...
- выкрутиться στα ελληνικά - έρχομαι, βγούμε, να βγούμε, βγούμε από, να βγει, βγει
- выкуп στα ελληνικά - εξαγορά, αποπληρωμή, λύτρα, λύτρωση, εξαγοράς, την εξαγορά, εξαργύρωση
- выкупаемый στα ελληνικά - εξαγοράσιμος, υπό, εξαγοράσιμες, εξαγοράσιμων, εξαγοράσιμα
Τυχαίες λέξεις
Выкручивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμπή, πλοκή, στραμπουλίζω, στροφή, στύβω, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα
Μεταφράσεις: καμπή, πλοκή, στραμπουλίζω, στροφή, στύβω, συστροφή, στρίψιμο, συστροφής, twist, στρεβλότητα