Выполнение στα ελληνικά
Μετάφραση: выполнение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολύω, εκπυρσοκρότηση, παράσταση, αντικαταστάτης, αντικατάσταση, απόδοση, επίτευξη, εξαγορά, άμαξα, εκτέλεση, άφεση, εφαρμογή, απαλλαγή, εκροή, διενέργεια, τρέχω, επίδοση, επιδόσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выполаскивать στα ελληνικά - ξεπλένω, ξέπλυμα, ξεπλύνετε, πλύνετέ, πλύνετέ τα, ξεπλένετε
- выползать στα ελληνικά - μπουσουλάω, σύρσιμο, σύρομαι, λαμπυρίζουν, λαμπυρίζουν στον
- выполнимый στα ελληνικά - εφικτός, εφικτό, εφικτή, είναι εφικτό, εφικτές
- выполнить στα ελληνικά - άφεση, πραγματοποιώ, εκπληρώνω, εργαλείο, εκροή, απολύω, υλοποιώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Выполнение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολύω, εκπυρσοκρότηση, παράσταση, αντικαταστάτης, αντικατάσταση, απόδοση, επίτευξη, εξαγορά, άμαξα, εκτέλεση, άφεση, εφαρμογή, απαλλαγή, εκροή, διενέργεια, τρέχω, επίδοση, επιδόσεις
Μεταφράσεις: απολύω, εκπυρσοκρότηση, παράσταση, αντικαταστάτης, αντικατάσταση, απόδοση, επίτευξη, εξαγορά, άμαξα, εκτέλεση, άφεση, εφαρμογή, απαλλαγή, εκροή, διενέργεια, τρέχω, επίδοση, επιδόσεις