Высасывать στα ελληνικά
Μετάφραση: высасывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- высаживаться στα ελληνικά - προσγειώνομαι, έδαφος, προσγειώνω, γη, γης, της γης, γαιών, ...
- высасывание στα ελληνικά - εξάντληση, εξάντλησης, ανάλωση, αναλώσεως, ανάλωσης
- высверливание στα ελληνικά - γεώτρηση, γεώτρησης, γεωτρήσεων, διάτρησης, διάτρηση
- высверливать στα ελληνικά - τριβελίζω, άσκηση, τροχός, πλήττω, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Высасывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Μεταφράσεις: γλείφω, ρουφώ, θηλάζω, πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το