Вычерчивание στα ελληνικά
Μετάφραση: вычерчивание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχεδιάζω, συνωμοσία, πρόγραμμα, συνωμοτώ, περιγραφή, ζωγραφιά, πρωτότυπο, πλοκή, σχέδιο, ιχνηλασία, εντοπισμό, τον εντοπισμό, εντοπισμού, ανίχνευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вычерпывать στα ελληνικά - εξάτμιση, σέσουλα, εγγύηση, διάσωσης, διάσωση, bail, αποφυλάκιση με εγγύηση
- вычертить στα ελληνικά - υπόλειμμα, ίχνος, επισύρω, ανιχνεύω, ανακαλύπτω, τραβώ, ζωγραφίζω, ...
- вычерчивать στα ελληνικά - συνωμοτώ, ανακαλύπτω, ανιχνεύω, ζωγραφίζω, επισύρω, πλοκή, υπόλειμμα, ...
- вычесть στα ελληνικά - εκπίπτω, διατηρώ, κρατώ, υποστηρίζω, αμπάρι, διατείνομαι, εκπίπτει, ...
Τυχαίες λέξεις
Вычерчивание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχεδιάζω, συνωμοσία, πρόγραμμα, συνωμοτώ, περιγραφή, ζωγραφιά, πρωτότυπο, πλοκή, σχέδιο, ιχνηλασία, εντοπισμό, τον εντοπισμό, εντοπισμού, ανίχνευση
Μεταφράσεις: σχεδιάζω, συνωμοσία, πρόγραμμα, συνωμοτώ, περιγραφή, ζωγραφιά, πρωτότυπο, πλοκή, σχέδιο, ιχνηλασία, εντοπισμό, τον εντοπισμό, εντοπισμού, ανίχνευση