Гигроскопический στα ελληνικά
Μετάφραση: гигроскопический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορροφητικός, υγροσκοπικός, υγροσκοπικό, υγροσκοπική, υγροσκοπικά, υγροσκοπικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гигиенический στα ελληνικά - υγιεινός, υγιεινής, υγιεινή, υγιεινό, υγιεινές
- гигрометр στα ελληνικά - υγρόμετρο, υγρόμετρα, υγρασιόμετρο, υγρόμετρου
- гид στα ελληνικά - μαέστρος, ξεναγώ, ξεναγός, καθοδηγώ, οδηγός, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, ...
- гидра στα ελληνικά - Ύδρα, ύδρας, Η Ύδρα, hydra, της ύδρας
Τυχαίες λέξεις
Гигроскопический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορροφητικός, υγροσκοπικός, υγροσκοπικό, υγροσκοπική, υγροσκοπικά, υγροσκοπικού
Μεταφράσεις: απορροφητικός, υγροσκοπικός, υγροσκοπικό, υγροσκοπική, υγροσκοπικά, υγροσκοπικού