Гипсовать στα ελληνικά
Μετάφραση: гипсовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκοπλάστης, γύψος, γύψου, γύψο, του γύψου, ο γύψος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гиппопотам στα ελληνικά - ιπποπόταμος, Hippo, ιπποπόταμο, το Hippo, οι ιπποπόταμοι
- гипс στα ελληνικά - ρίξιμο, αλάβαστρο, βολή, γύψος, λευκοπλάστης, επιτελείο, γύψου, ...
- гипсометрический στα ελληνικά - υψομετρικές, υψομετρικό, υψομετρικής, υψομετρική, υψομετρικών
- гипюр στα ελληνικά - guipure, Δαντέλα, guipure δαντέλες, με δαντέλες, με δαντέλες και
Τυχαίες λέξεις
Гипсовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκοπλάστης, γύψος, γύψου, γύψο, του γύψου, ο γύψος
Μεταφράσεις: λευκοπλάστης, γύψος, γύψου, γύψο, του γύψου, ο γύψος