Глотать στα ελληνικά
Μετάφραση: глотать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γύρος, συνδετήρας, ψαλιδίζω, κουρεύω, γόνατα, παφλάζω, χελιδόνι, καταπίνω, πόρπη, πλαταγίζω, αφηνιάζω, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- глоссарий στα ελληνικά - ερμηνεία, εξήγηση, λούστρο, γλωσσάριο, Γλωσσάρι, Γλωσσάρι Α, γλωσσαρίου, ...
- глотание στα ελληνικά - χελιδόνι, καταπίνω, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε
- глотка στα ελληνικά - λαιμός, χελιδόνι, φαράγγι, καταπίνω, λαγκάδι, λαιμό, λαιμού, ...
- глотнуть στα ελληνικά - καταπίνω, χελιδόνι, γουλιά, SIP, πιείτε, ΣΕΠΚ, το SIP
Τυχαίες λέξεις
Глотать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γύρος, συνδετήρας, ψαλιδίζω, κουρεύω, γόνατα, παφλάζω, χελιδόνι, καταπίνω, πόρπη, πλαταγίζω, αφηνιάζω, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε
Μεταφράσεις: γύρος, συνδετήρας, ψαλιδίζω, κουρεύω, γόνατα, παφλάζω, χελιδόνι, καταπίνω, πόρπη, πλαταγίζω, αφηνιάζω, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε