Горячность στα ελληνικά
Μετάφραση: горячность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζήλος, θέρμη, λαύρα, ζεστασιά, προθυμία, σφοδρότητα, ορμή, την ορμή, ορμητικότητα, βιαιότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- горячить στα ελληνικά - βρίσκομαι, ζεσταίνω, θερμαίνω, είμαι, διανύω, ζέστη, καυτό, ...
- горячка στα ελληνικά - πυρετός, θέρμη, πυρετό, πανώλης, πανώλης των, πανώλη
- горячо στα ελληνικά - είναι ζεστό;, έχει ζέστη
- горящий στα ελληνικά - φλογερός, ζωντανός, παθιασμένος, φλεγόμενος, μένω, καύση, καύσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Горячность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζήλος, θέρμη, λαύρα, ζεστασιά, προθυμία, σφοδρότητα, ορμή, την ορμή, ορμητικότητα, βιαιότητα
Μεταφράσεις: ζήλος, θέρμη, λαύρα, ζεστασιά, προθυμία, σφοδρότητα, ορμή, την ορμή, ορμητικότητα, βιαιότητα