Градуировка στα ελληνικά
Μετάφραση: градуировка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφοίτηση, αποφοίτησή, την αποφοίτησή, την αποφοίτηση, βαθμολόγηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- градуализм στα ελληνικά - γκραντουαλισμού, διαδικασίες βαθμιαίας, βαθμιαίας επίλυσης, διαδικασίες βαθμιαίας επίλυσης, σταδιακής και αργής
- градуировать στα ελληνικά - αποφοιτώ, διαμετρώ, απόφοιτος, πτυχιούχος, μεταπτυχιακό, μεταπτυχιακών, μεταπτυχιακούς
- градус στα ελληνικά - βαθμολογώ, πτυχίο, επίπεδο, βαθμός, βαθμό, βαθμού
- градусник στα ελληνικά - θερμόμετρο, θερμομέτρου, το θερμόμετρο, θερμόμετρου
Τυχαίες λέξεις
Градуировка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφοίτηση, αποφοίτησή, την αποφοίτησή, την αποφοίτηση, βαθμολόγηση
Μεταφράσεις: αποφοίτηση, αποφοίτησή, την αποφοίτησή, την αποφοίτηση, βαθμολόγηση