Грезить στα ελληνικά

Μετάφραση: грезить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όνειρο, ενθουσιώδης, ονειρεύομαι, διθυραμβικός, ονειρεύονται, το όνειρο, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε
Грезить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • грегори στα ελληνικά - Γρηγόριος, Gregory, Γρηγορίου, Γρηγόρης, Γρηγόριο
  • греза στα ελληνικά - ονειρεύομαι, όνειρο, ονειρεύονται, το όνειρο, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε
  • грейдер στα ελληνικά - γκρέιντερ, δημοτικού, grader, Ισοπεδωτήρες, βαθμολογητής
  • грейпфрут στα ελληνικά - γκρέιπ φρουτ, γκρέιπφρουτ, γκρέηπφρουτ, γκρέϊπφρουτ
Τυχαίες λέξεις
Грезить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όνειρο, ενθουσιώδης, ονειρεύομαι, διθυραμβικός, ονειρεύονται, το όνειρο, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε