Διθυραμβικός στα ρωσικά

Μετάφραση: διθυραμβικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
грезить, бредить, маячить, бред, рев, неистовствовать, дифирамбический
Διθυραμβικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διθυραμβικός

διθυραμβικός λεξικο, διθυραμβικός σημασια, διθυραμβικός χορός, διθυραμβικός ετυμολογια, διθυραμβικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, διθυραμβικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • διηγούμαι στα ρωσικά - свидетельствовать, отличать, уверять, фискалить, предписать, выбалтывать, распознать, ...
  • διηθώ στα ρωσικά - переутомлять, растягивать, напруживать, фильтровать, наклонность, натяжка, просачиваться, ...
  • δικάζω στα ρωσικά - арбитр, ценитель, присуждать, присудить, приговорить, эксперт, судить, ...
  • δικαίωμα στα ρωσικά - выравниваться, лицевой, выпрямлять, уместный, выправляться, надлежащий, действительность, ...
Τυχαίες λέξεις
Διθυραμβικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: грезить, бредить, маячить, бред, рев, неистовствовать, дифирамбический