Движущий στα ελληνικά

Μετάφραση: движущий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανή, συγκινητικός, οδήγηση, οδήγησης, οδηγήσεως, την οδήγηση, οδηγική
Движущий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • движитель στα ελληνικά - μηχανή, έλικας, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας
  • движок στα ελληνικά - αθλητής, κέρσορας, τσουλήθρα, γλιστρώ, δρομέας, ολισθητής, ρυθμιστικό, ...
  • движущийся στα ελληνικά - μηχανή, κινητός, συγκινητικός, κίνηση, κινούμενος, κινείται, διακινούνται, ...
  • двинуть στα ελληνικά - σαλεύω, κίνηση, μετακομίζω, κινώ, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Движущий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανή, συγκινητικός, οδήγηση, οδήγησης, οδηγήσεως, την οδήγηση, οδηγική