Дожидаться στα ελληνικά

Μετάφραση: дожидаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμένω, περιμένω, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, φαίνομαι, προσδοκώ, εμφάνιση, αναμένω, χρονοτριβώ, περίμενε, βλέμμα, κοιτάζω, περιμένετε, περιμένει, περιμένουμε, wait
Дожидаться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дождь στα ελληνικά - βροχή, βροχής, τη βροχή, ψιλής βροχής, βροχές
  • доживать στα ελληνικά - μένω, ζωντανός, ζουν, ζει, ζήσουν, ζήσει, ζούμε
  • доза στα ελληνικά - κλήρος, μοιράζω, μοιράζομαι, δοσολογία, βύθισμα, δόση, δόσης, ...
  • дозаправиться στα ελληνικά - εφοδιάζονται με καύσιμα, ανεφοδιάζονται, ανεφοδιαστούν με καύσιμα, ανεφοδιασμό, ανεφοδιασμού
Τυχαίες λέξεις
Дожидаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμένω, περιμένω, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, φαίνομαι, προσδοκώ, εμφάνιση, αναμένω, χρονοτριβώ, περίμενε, βλέμμα, κοιτάζω, περιμένετε, περιμένει, περιμένουμε, wait