Достаточно στα ελληνικά

Μετάφραση: достаточно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογικά, επαρκώς, εντελώς, αρκετά, δίκαια, ικανοποιητικά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά
Достаточно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • доставлять στα ελληνικά - παραδίδω, χορήγηση, επιπλώνω, εκφωνώ, παρέχω, προμηθεύομαι, προμήθεια, ...
  • достаток στα ελληνικά - αρμοδιότητα, άφθονος, αφθονία, ίχνος, ευημερία, συρροή, πολλοί, ...
  • достаточность στα ελληνικά - επάρκεια, επάρκειας, την επάρκεια, αυτάρκεια, αυτάρκειας
  • достаточный στα ελληνικά - αρκετός, εύσχημος, άφθονος, ευπρεπής, επαρκής, νισάφι, πρέπων, ...
Τυχαίες λέξεις
Достаточно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογικά, επαρκώς, εντελώς, αρκετά, δίκαια, ικανοποιητικά, αρκετό, αρκετή, αρκεί, είναι αρκετά