Достоверность στα ελληνικά
Μετάφραση: достоверность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλήθεια, γνησιότητα, κύρος, σταθερότητα, ειλικρίνεια, αξιοπιστία, ισχύς, την αξιοπιστία, αξιοπιστίας, αξιοπιστία του, την αξιοπιστία του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- достичь στα ελληνικά - προμηθεύομαι, ασφαλίζω, φτάνω, ασφαλής, καταφέρω, εδραιώνω, κατορθώνω, ...
- достоверно στα ελληνικά - αυθεντικά, αυθεντικό, αυθεντική, με αυθεντικό, αυθεντικό τρόπο
- достоверный στα ελληνικά - αυθεντικός, φερέγγυος, συνεπής, θετικός, αξιόπιστος, γνήσιος, εχέγγυος, ...
- достоинство στα ελληνικά - ποιότητα, φρονιμάδα, αξία, προσόν, διαμέτρημα, τιμώ, αρετή, ...
Τυχαίες λέξεις
Достоверность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλήθεια, γνησιότητα, κύρος, σταθερότητα, ειλικρίνεια, αξιοπιστία, ισχύς, την αξιοπιστία, αξιοπιστίας, αξιοπιστία του, την αξιοπιστία του
Μεταφράσεις: αλήθεια, γνησιότητα, κύρος, σταθερότητα, ειλικρίνεια, αξιοπιστία, ισχύς, την αξιοπιστία, αξιοπιστίας, αξιοπιστία του, την αξιοπιστία του