Дружище στα ελληνικά
Μετάφραση: дружище, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγόρι, κορυφή, συνάδελφος, τύπος, άντρας, φασόλι, κολλητός, σύντροφος, φίλε, φιλαράκο, φίλος, φίλων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дружинник στα ελληνικά - εθελοντής, σωματοφύλακας, druzhinnik
- дружить στα ελληνικά - φίλος, φιλαράκος, είναι φίλοι, να είναι φίλοι, φίλοι, είμαστε φίλοι, είστε φίλοι
- дружка στα ελληνικά - κουμπάρος, groomsman, κουμπάρες
- дружно στα ελληνικά - ταυτόχρονα, σε συνεννόηση, από κοινού, σε συνεργασία, σε συμφωνία, συντονισμένα
Τυχαίες λέξεις
Дружище στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγόρι, κορυφή, συνάδελφος, τύπος, άντρας, φασόλι, κολλητός, σύντροφος, φίλε, φιλαράκο, φίλος, φίλων
Μεταφράσεις: αγόρι, κορυφή, συνάδελφος, τύπος, άντρας, φασόλι, κολλητός, σύντροφος, φίλε, φιλαράκο, φίλος, φίλων