Естествознание στα ελληνικά
Μετάφραση: естествознание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιστήμη, φυσική ιστορία, Φυσικής Ιστορίας, τη φυσική ιστορία, φυσικό ιστορικό, της φυσικής ιστορίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- естество στα ελληνικά - φύση, ουσία, χαρακτήρα, φύσης, φύσεως, τη φύση
- естествовед στα ελληνικά - πανεπιστήμων, φυσιοδίφης, φυσιοδίφη, φυσιολατρικό, φυσιολατρικές, φυσιολατρικός
- естествоиспытатель στα ελληνικά - φιλόσοφος, πανεπιστήμων, φυσιοδίφης, φυσιοδίφη, φυσιολατρικό, φυσιολατρικές, φυσιολατρικός
- есть στα ελληνικά - μαζεύω, κασμάς, συλλέγω, τρώω, έχω, έχε, υπάρχει, ...
Τυχαίες λέξεις
Естествознание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιστήμη, φυσική ιστορία, Φυσικής Ιστορίας, τη φυσική ιστορία, φυσικό ιστορικό, της φυσικής ιστορίας
Μεταφράσεις: επιστήμη, φυσική ιστορία, Φυσικής Ιστορίας, τη φυσική ιστορία, φυσικό ιστορικό, της φυσικής ιστορίας