Задевание στα ελληνικά

Μετάφραση: задевание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γδέρνομαι, βόσκω, αμυχή, εγγίζω, γδέρνω, βόσκουν, βόσκει
Задевание στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абориген στα ελληνικά - γηγενής, ιθαγενής, Αβοριγίνων, Αβορίγινας, aborigine, αυτόχθων, Αβοριγινή
  • арендованный στα ελληνικά - μισθωμένων, μισθωμένα, μισθωμένες, μισθωμένο, μισθωμένης
  • выгородить στα ελληνικά - φράχτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξη, περίφραξης, φράκτης
  • вырезанный στα ελληνικά - κούρεμα, ψαλιδιστεί, ψαλιδίζεται, κομμένους, κόβονται
Τυχαίες λέξεις
Задевание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γδέρνομαι, βόσκω, αμυχή, εγγίζω, γδέρνω, βόσκουν, βόσκει