Задрать στα ελληνικά
Μετάφραση: задрать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασανσέρ, υψώνω, σκοτώνω, σηκώνω, νταής, φοβερίζει, νταή, παρενοχλούν, θύτη
Μεταφράσεις
- аккуратный στα ελληνικά - αρκετός, κλαδεύω, ωραίος, ακριβής, συνεπής, προσεκτικός, εξονυχιστικός, ...
- беготня στα ελληνικά - τρέξιμο, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
- галдящий στα ελληνικά - θορυβώδης, θορυβώδη, θορυβώδες, θορυβώδεις, θόρυβο
- головка στα ελληνικά - μύτη, κεφάλι, ηγούμαι, κεφαλή, κεφαλής, επικεφαλής, το κεφάλι
Τυχαίες λέξεις
Задрать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασανσέρ, υψώνω, σκοτώνω, σηκώνω, νταής, φοβερίζει, νταή, παρενοχλούν, θύτη
Μεταφράσεις: ασανσέρ, υψώνω, σκοτώνω, σηκώνω, νταής, φοβερίζει, νταή, παρενοχλούν, θύτη