Заживляться στα ελληνικά
Μετάφραση: заживляться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβιά, δέρμα, γδέρνω, γιατρεύω, επουλώνομαι, επουλώνω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аксельбант στα ελληνικά - βάτραχος, aiguillette
- голубоватый στα ελληνικά - υποκύανος, μπλε, γαλαζωπό, γαλαζωπή, κυανωπό
- дискант στα ελληνικά - τριπλασιάζω, σοπράνο, τριπλός, τριπλούς, πρίμα, πρίμων, τα πρίμα, ...
- дубняк στα ελληνικά - oakery
Τυχαίες λέξεις
Заживляться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβιά, δέρμα, γδέρνω, γιατρεύω, επουλώνομαι, επουλώνω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Μεταφράσεις: προβιά, δέρμα, γδέρνω, γιατρεύω, επουλώνομαι, επουλώνω, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται