Зал στα ελληνικά
Μετάφραση: зал, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δωμάτιο, αίθουσα, προθάλαμος, λόμπι, χώρος, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амбивалентность στα ελληνικά - αμφιθυμία, αμφισημία, αμφιθυμίας, την αμφιθυμία, αμφισημίας
- архаизм στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
- выручать στα ελληνικά - διάσωση, ανακουφίζω, φέρνω, διασώζω, ξαλαφρώνω, διάσωσης, τη διάσωση, ...
- горло στα ελληνικά - λαιμός, λαιμό, λαιμού, το λαιμό, του λαιμού
Τυχαίες λέξεις
Зал στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δωμάτιο, αίθουσα, προθάλαμος, λόμπι, χώρος, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
Μεταφράσεις: δωμάτιο, αίθουσα, προθάλαμος, λόμπι, χώρος, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ