Замкнутый στα ελληνικά

Μετάφραση: замкнутый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνιγηρός, αποπνιχτικός, κρατημένος, κολλητός, βλοσυρός, αποκλειστικός, κοντά, σκυθρωπός, απομονωμένος, αποκλειστικότητα, ερημικός, επιφυλακτικός, κλειστό, κλειστός, κλείσει, κλειστά, κλειστή
Замкнутый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алтарь στα ελληνικά - βωμός, καταφύγιο, βωμό, θυσιαστήριο, βωμού, θυσιαστηρίου
  • барьер στα ελληνικά - μπάρα, μεραρχία, μπαρ, εμποδίζω, φράγμα, διαίρεση, φραγμός, ...
  • беспрекословный στα ελληνικά - απόλυτος, τυφλή, αδιαμφισβήτητη, ανενδοίαστης, αναμφισβήτητο, άκριτη
  • журналист στα ελληνικά - δημοσιογράφος, ρεπόρτερ, δημοσιογράφου, δημοσιογράφο, ο δημοσιογράφος
Τυχαίες λέξεις
Замкнутый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνιγηρός, αποπνιχτικός, κρατημένος, κολλητός, βλοσυρός, αποκλειστικός, κοντά, σκυθρωπός, απομονωμένος, αποκλειστικότητα, ερημικός, επιφυλακτικός, κλειστό, κλειστός, κλείσει, κλειστά, κλειστή