Αποκλειστικός στα ρωσικά

Μετάφραση: αποκλειστικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
замкнутый, единственный, неподражаемый, исключительный, монопольный, первоклассный, редкостный, недоступный, исключающий, эксклюзивный, эксклюзивным, эксклюзивная, исключительно, эксклюзивное
Αποκλειστικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκλειστικός

αποκλειστικός θηλασμός και χαμομηλι, αποκλειστικός θηλασμός μεχρι ποτε, αποκλειστικός θηλασμός και πιπίλα, αποκλειστικός διανομέας, αποκλειστικός θηλασμός και συμπληρωμα, αποκλειστικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, αποκλειστικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αποκλεισμός στα ρωσικά - анафема, проклятие, воспрещение, запрет, исключение, вытеснение, запрещать, ...
  • αποκλειστικά στα ρωσικά - только-только, единственно, только, исключительно, эксклюзивно, специально, исключительно в
  • αποκλειστικότητα στα ρωσικά - единственный, неподражаемый, первоклассный, исключительный, монопольный, недоступный, редкостный, ...
  • αποκληρώνω στα ρωσικά - лишать наследства, лишить наследства
Τυχαίες λέξεις
Αποκλειστικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: замкнутый, единственный, неподражаемый, исключительный, монопольный, первоклассный, редкостный, недоступный, исключающий, эксклюзивный, эксклюзивным, эксклюзивная, исключительно, эксклюзивное