Занятие στα ελληνικά
Μετάφραση: занятие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανησυχία, παρατάσσω, δουλειά, ασχολία, υπόθεση, επάγγελμα, επενδύω, επιχείρηση, υπάγω, επιτήδευμα, καταδίωξη, επιτόκιο, κατάληψη, προπόνηση, εκπαίδευση, κατοχή, κατοχής, επαγγέλματος, την εργασία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- берется στα ελληνικά - λαμβάνεται, λαμβάνονται, ληφθεί, ληφθούν, που
- биосинтез στα ελληνικά - βιοσύνθεση, βιοσύνθεσης, τη βιοσύνθεση, της βιοσύνθεσης, βιοσύνθεση της
- благовонный στα ελληνικά - αρωματικός, καραμέλα, ευώδης, γλυκός, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ...
- бревно στα ελληνικά - αχτίδα, ξυλεία, καδρόνι, δοκός, κούτσουρο, συνδεθείτε, log, ...
Τυχαίες λέξεις
Занятие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανησυχία, παρατάσσω, δουλειά, ασχολία, υπόθεση, επάγγελμα, επενδύω, επιχείρηση, υπάγω, επιτήδευμα, καταδίωξη, επιτόκιο, κατάληψη, προπόνηση, εκπαίδευση, κατοχή, κατοχής, επαγγέλματος, την εργασία
Μεταφράσεις: ανησυχία, παρατάσσω, δουλειά, ασχολία, υπόθεση, επάγγελμα, επενδύω, επιχείρηση, υπάγω, επιτήδευμα, καταδίωξη, επιτόκιο, κατάληψη, προπόνηση, εκπαίδευση, κατοχή, κατοχής, επαγγέλματος, την εργασία