Заслуживающий στα ελληνικά
Μετάφραση: заслуживающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδοτικός, άξιος, αξίζει, άξια, αντάξια, άξιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- боеспособность στα ελληνικά - αποδοτικότητα, αποτελεσματικότητα, απόδοσης, απόδοση, αποτελεσματικότητας
- бормотать στα ελληνικά - μουρμουρίζω, ψέλλισμα, σιγομουρμουρίζω, Μαμπλ, μουρμουρίζει
- визг στα ελληνικά - στριγκλιά, κραυγάζω, φωνάζω, κραυγή, στριγκλίζω, κράζω, τσιριχτή, ...
- дюраль στα ελληνικά - ντουραλουμίνιο, σκληραλουμίνιο, αλουμίνιο που
Τυχαίες λέξεις
Заслуживающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδοτικός, άξιος, αξίζει, άξια, αντάξια, άξιο
Μεταφράσεις: αποδοτικός, άξιος, αξίζει, άξια, αντάξια, άξιο