Застежка στα ελληνικά

Μετάφραση: застежка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφίγγω, στερέωση, καρφίτσα, πόρπη, κούμπωμα, Πόρπη επί, αγκράφα
Застежка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аппретурщик στα ελληνικά - οδοποιίας, νικητές, τερματίσουν, τερματίσαντες, τερμάτισαν
  • бараний στα ελληνικά - αρνίσιο κρέας, κρέατος προβάτου, προβάτου, κρέας προβάτου, του κρέατος προβάτου
  • быль στα ελληνικά - γεγονός, αληθινή ιστορία, πραγματική ιστορία, αληθινής ιστορίας, αληθινή ιστορία που, η αληθινή ιστορία
  • глубокий στα ελληνικά - βαθυστόχαστος, δριμύς, αυστηρός, οξυδερκής, ήχος, φωνή, ενδιαφερόμενος, ...
Τυχαίες λέξεις
Застежка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφίγγω, στερέωση, καρφίτσα, πόρπη, κούμπωμα, Πόρπη επί, αγκράφα