Захватанный στα ελληνικά
Μετάφραση: захватанный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήρης, γεμάτος, μεστός, ολικός, λερωμένος, λερωμένα, λερωμένων, λερωθεί, λερωμένο
Μεταφράσεις
- беспощадный στα ελληνικά - ανελέητος, άγριος, άσπλαχνος, σκληρός, βάρβαρος, αδίστακτος, ανηλεής, ...
- вес στα ελληνικά - ζυγιάζω, εξουσία, αυθεντία, επενεργώ, κύρος, βάρος, επιρροή, ...
- дерн στα ελληνικά - πρασινάδα, χόρτο, καταδότης, πόα, χλόη, χλοοτάπητα, τύρφη, ...
- доносчик στα ελληνικά - καταδότης, αρουραίος, χαφιές, πληροφορητής, πληροφοριοδότης, την INFORMER
Τυχαίες λέξεις
Захватанный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήρης, γεμάτος, μεστός, ολικός, λερωμένος, λερωμένα, λερωμένων, λερωθεί, λερωμένο
Μεταφράσεις: πλήρης, γεμάτος, μεστός, ολικός, λερωμένος, λερωμένα, λερωμένων, λερωθεί, λερωμένο