Зачехлять στα ελληνικά
Μετάφραση: зачехлять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλύπτω, σάβανο, κάλυμμα, σινδόνη, πέπλο, προεντατήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безобразник στα ελληνικά - ταραχώδης, χούλιγκαν, παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, αληταράς, αγροίκος, βάναυσος, ...
- винить στα ελληνικά - φροντίδα, κατηγορώ, κατηγορία, κατηγορούν, κατηγορήσει, κατηγορεί, κατηγορήσουν
- выговориться στα ελληνικά - ήχος, λέω, γερός, φωνή, sound off, Σβήσιμο ήχου, ήχου της, ...
- достоинство στα ελληνικά - ποιότητα, φρονιμάδα, αξία, προσόν, διαμέτρημα, τιμώ, αρετή, ...
Τυχαίες λέξεις
Зачехлять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλύπτω, σάβανο, κάλυμμα, σινδόνη, πέπλο, προεντατήρα
Μεταφράσεις: καλύπτω, σάβανο, κάλυμμα, σινδόνη, πέπλο, προεντατήρα