Зеленый στα ελληνικά

Μετάφραση: зеленый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πράσινος, πράσινο, πράσινη, πράσινα, πράσινου
Зеленый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бигуди στα ελληνικά - μπικουτί, ψαλίδι, ψαλίδι για, ψαλίδι για τις, ρόλερ
  • бурчание στα ελληνικά - αποπαίρνω, γκρίνια, γκρίνιας, ενοχλήματα, νοοτροπίες μεμψιμοιρίας, γκρινιάζοντας
  • виснуть στα ελληνικά - απαγχονίζω, πιάνομαι, κρεμάσετε, κρέμονται, κρεμάσει, κρεμάσετε στον, κρατηθούν από
  • грудастый στα ελληνικά - busty, πρόστυχο, μεγάλο στήθος, με μεγάλο στήθος, το πρόστυχο
Τυχαίες λέξεις
Зеленый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πράσινος, πράσινο, πράσινη, πράσινα, πράσινου