Злоупотребить στα ελληνικά
Μετάφραση: злоупотребить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάχρηση, βρίζω, λοιδορία, καταχρώμαι, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις
- англия στα ελληνικά - Αγγλία, england, Αγγλίας, την Αγγλία, της Αγγλίας
- гадина στα ελληνικά - ζώο, κτήνος, βάτραχος, φρύνος, φρύνο, toad, το TOAD
- ген στα ελληνικά - γονίδιο, γονιδίου, γονίδιο που, γονιδιακή, γονιδιακής
- дожать στα ελληνικά - τερματισμός, περατώνω, θερίζω, τελειώνω, τέλος, δόγη, Doge, ...
Τυχαίες λέξεις
Злоупотребить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάχρηση, βρίζω, λοιδορία, καταχρώμαι, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις: κατάχρηση, βρίζω, λοιδορία, καταχρώμαι, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων