Злоупотреблять στα ελληνικά

Μετάφραση: злоупотреблять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεντώνω, καταχρώμαι, ζόρι, βρίζω, λοιδορία, στραμπουλίζω, διηθώ, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Злоупотреблять στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безголосый στα ελληνικά - άφωνος, δεν έχουν φωνή, όσους δεν έχουν φωνή, άφωνων, άφωνες
  • безнаказанно στα ελληνικά - με, με το, με την, με τις, με τα
  • вкрапливаться στα ελληνικά - είμαι, διανύω, βρίσκομαι, διάσπαρτα, διάσπαρτες, διεσπαρμένη, διεσπαρμένες, ...
  • державка στα ελληνικά - θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Τυχαίες λέξεις
Злоупотреблять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεντώνω, καταχρώμαι, ζόρι, βρίζω, λοιδορία, στραμπουλίζω, διηθώ, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων