Избавлять στα ελληνικά
Μετάφραση: избавлять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατευνάζω, διάλειμμα, διασώζω, εκφωνώ, αποκρούω, παραδίδω, εκτός, αντεπίθεση, διάσωση, σπάζω, αποταμιεύω, εξαγοράζω, διάλλειμα, απαλλάσσω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безволие στα ελληνικά - έλλειψη βούλησης, έλλειψη θέλησης, έλλειψης βούλησης, η έλλειψη βούλησης, την έλλειψη βούλησης
- вена στα ελληνικά - φλέβα, Βιέννη, Βιέννης, vienna, της Βιέννης, τη Βιέννη
- вставлять στα ελληνικά - περικλείω, εμφυσώ, περιζώνω, παρεμβάλλω, ενσωματώνω, εσωκλείω, τοποθετώ, ...
- дождемер στα ελληνικά - βροχόμετρο, βροχογράφος, βροχομέτρου, βροχομετρικών
Τυχαίες λέξεις
Избавлять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατευνάζω, διάλειμμα, διασώζω, εκφωνώ, αποκρούω, παραδίδω, εκτός, αντεπίθεση, διάσωση, σπάζω, αποταμιεύω, εξαγοράζω, διάλλειμα, απαλλάσσω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις: κατευνάζω, διάλειμμα, διασώζω, εκφωνώ, αποκρούω, παραδίδω, εκτός, αντεπίθεση, διάσωση, σπάζω, αποταμιεύω, εξαγοράζω, διάλλειμα, απαλλάσσω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε