Избежать στα ελληνικά
Μετάφραση: избежать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δραπετεύω, ξεφεύγω, πηδώ, διαλανθάνω, αστοχώ, δεσποινίς, χάνω, διαφεύγω, αποφεύγω, αποφύγετε, αποφευχθούν, αποφύγει, αποφυγή, αποφύγουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аэродинамический στα ελληνικά - αεροδυναμικός, αεροδυναμική, αεροδυναμικές, αεροδυναμικής, αεροδυναμικό
- бальзамирование στα ελληνικά - ταρίχευση, ταρίχευσης, ταριχευτή, του ταριχευτή, μουμιοποίησης
- гармонический στα ελληνικά - αρμονικός, αρμονική, αρμονικών, αρμονικές, αρμονικής
- губной στα ελληνικά - χειλικός, χειλεόφωνος, labial, χειλική, χειλικά
Τυχαίες λέξεις
Избежать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δραπετεύω, ξεφεύγω, πηδώ, διαλανθάνω, αστοχώ, δεσποινίς, χάνω, διαφεύγω, αποφεύγω, αποφύγετε, αποφευχθούν, αποφύγει, αποφυγή, αποφύγουν
Μεταφράσεις: δραπετεύω, ξεφεύγω, πηδώ, διαλανθάνω, αστοχώ, δεσποινίς, χάνω, διαφεύγω, αποφεύγω, αποφύγετε, αποφευχθούν, αποφύγει, αποφυγή, αποφύγουν