Извержение στα ελληνικά
Μετάφραση: извержение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόρριψη, έκρηξη, εκδρομή, διάχυση, έκρηξης, εξάνθημα, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του
Μεταφράσεις
- авантюристка στα ελληνικά - τυχοδιώκτρια, τυχοδιώκτης, adventuress
- вычисляемый στα ελληνικά - υπολογιστική, υπολογιστικές, υπολογιστικών, υπολογιστικής, υπολογιστικό
- дамаст στα ελληνικά - δαμασκός, δαμασκηνό, damask, δαμασκηνά, δαμασκηνό ύφασμα
- ежечасный στα ελληνικά - ωριαίος, ωριαία, ωριαίες, ώρα, ωριαίο
Τυχαίες λέξεις
Извержение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόρριψη, έκρηξη, εκδρομή, διάχυση, έκρηξης, εξάνθημα, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του
Μεταφράσεις: απόρριψη, έκρηξη, εκδρομή, διάχυση, έκρηξης, εξάνθημα, έκρηξη του ηφαιστείου, έκρηξη του