Изволение στα ελληνικά
Μετάφραση: изволение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέληση, ηδονή, αρέσκεια, ευχαρίστηση, προαίρεση, διαθήκη, «
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безукоризненность στα ελληνικά - αθωότητα, irreproachability
- веский στα ελληνικά - καίριος, ισχυρός, τάφος, ισχύων, τύμβος, στερεός, συμπαγής, ...
- волнистость στα ελληνικά - κελαρύζω, κυματισμός, κυμάτισμα, κύμα, οδόντωσης, οδοντώσεων, κυματισμό, ...
- делать στα ελληνικά - αχρηστεύω, εκτελώ, προκαταλαμβάνω, δουλειά, εργάζομαι, γελοιοποιώ, μεταβάλλω, ...
Τυχαίες λέξεις
Изволение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέληση, ηδονή, αρέσκεια, ευχαρίστηση, προαίρεση, διαθήκη, «
Μεταφράσεις: θέληση, ηδονή, αρέσκεια, ευχαρίστηση, προαίρεση, διαθήκη, «