Измучивать στα ελληνικά
Μετάφραση: измучивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βασανίζω, βασανισμός, izmuchivat
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баю-бай στα ελληνικά - γειά σας, αντίο, s αντίο, άντε γεια, γειά
- вьетнам στα ελληνικά - Βιετνάμ, το Βιετνάμ, του Βιετνάμ, Βιετνάμ Κλείσιμο, Βιετναμ
- гумми στα ελληνικά - μαστίχα, κόμμι, κόμμεος, ούλων, κόμμεως, τσίχλας
- гусь στα ελληνικά - χήνα, χήνας, χήνες, της χήνας, χηνών
Τυχαίες λέξεις
Измучивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βασανίζω, βασανισμός, izmuchivat
Μεταφράσεις: βασανίζω, βασανισμός, izmuchivat