Изображающий στα ελληνικά
Μετάφραση: изображающий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραστατικός, αντιπρόσωπος, αντιπροσωπευτικός, επίδειξη, δείχνει, που δείχνει, δείχνουν, παρουσιάζει
Μεταφράσεις
- артемида στα ελληνικά - Αρτέμη, Άρτεμις, Artemis, Αρτέμιδος, Άρτεμη
- атлетика στα ελληνικά - αθλητικά, αθλητισμός, αθλητισμό, Στίβου, στίβος, στίβο
- генетика στα ελληνικά - γενετική, γενετικής, τη γενετική, η γενετική, της γενετικής
- голография στα ελληνικά - ολογραφία, ολογραφίας, η ολογραφία, την ολογραφία, κβαντικής ολογραφίας
Τυχαίες λέξεις
Изображающий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραστατικός, αντιπρόσωπος, αντιπροσωπευτικός, επίδειξη, δείχνει, που δείχνει, δείχνουν, παρουσιάζει
Μεταφράσεις: παραστατικός, αντιπρόσωπος, αντιπροσωπευτικός, επίδειξη, δείχνει, που δείχνει, δείχνουν, παρουσιάζει