Иллюстрировать στα ελληνικά

Μετάφραση: иллюстрировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαδηλώνω, επεξηγώ, δείχνω, αποδεικνύω, διευκρινίζω, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν
Иллюстрировать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аргумент στα ελληνικά - υποταγή, αιτία, επιχείρημα, λογομαχία, αιτιολογία, συλλογιστικός, διαφωνία, ...
  • волынка στα ελληνικά - πίπα, αυλός, σωλήνας, γκάιντα, γκάιντες, bagpipes, οι γκάιντες, ...
  • дебушировать στα ελληνικά - ξεπροβάλλω, ξεχύνω, εκβάλλουν, να εκβάλλουν, ξεπρόβαλλαν οι
  • дохлятина στα ελληνικά - ψοφίμι, carrion, κουρούνα, ψοφίμια, το carrion
Τυχαίες λέξεις
Иллюстрировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαδηλώνω, επεξηγώ, δείχνω, αποδεικνύω, διευκρινίζω, εικονογραφώ, απεικονίζουν, επεξηγούν, περιγράφουν, απεικόνιση, απεικονίσουν