Иностранка στα ελληνικά
Μετάφραση: иностранка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξένος, αλλοδαπός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- багровый στα ελληνικά - μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
- биржевик στα ελληνικά - χρηματιστής, έμπορος, χρηματιστή, χρηματιστηριακού, του χρηματιστή, το χρηματιστή
- горделиво στα ελληνικά - υπερήφανα, αλαζονικώς, υπεροπτικά, αλαζονικά, υπεροψία
- джингоизм στα ελληνικά - σωβινισμός, σωβινισμό, σοβινισμού, φιλοπόλεμος πολιτική
Τυχαίες λέξεις
Иностранка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξένος, αλλοδαπός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων
Μεταφράσεις: ξένος, αλλοδαπός, αλλοδαπού, αλλοδαπό, ξένων