Интернационал στα ελληνικά
Μετάφραση: интернационал, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεθνής, Διεθνείς, Διεθνές, Διεθνούς, Διεθνή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- арго στα ελληνικά - υποκρισία, αργκό, παρεφθαρμένη γλώσσα, αλλά απείθαρχη δημώδη
- гипертрофированный στα ελληνικά - υπερτροφικός, υπερτροφία, hypertrophied, υπερτροφικές, υπερτροφικό
- гребок στα ελληνικά - χτυπώ, εγκεφαλικό, χτύπημα, χαϊδεύω, απεργία, κουπί, πτερύγιο, ...
- дырявый στα ελληνικά - Ιερές τρύπες
Τυχαίες λέξεις
Интернационал στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεθνής, Διεθνείς, Διεθνές, Διεθνούς, Διεθνή
Μεταφράσεις: διεθνής, Διεθνείς, Διεθνές, Διεθνούς, Διεθνή