Интриговать στα ελληνικά
Μετάφραση: интриговать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλοκή, συνωμοτώ, συνωμοσία, πρόγραμμα, ίντριγκα, ίντριγκες, ίντριγκας, δολοπλοκία, δολοπλοκίας
Μεταφράσεις
- беспричинный στα ελληνικά - άνευ αιτίας
- верить στα ελληνικά - πιστεύω, εμπιστοσύνη, εμπιστεύομαι, πιστεύουν, πιστεύουμε, πιστέψουν, να πιστέψουν
- давить στα ελληνικά - στραγγαλίζω, πρεσάρω, ζουλώ, συνθλίβω, συνωστισμός, πιέζω, τσαλαπατώ, ...
- драматизм στα ελληνικά - ποιότητα, δραματική επίδραση, δραματικές επιπτώσεις, δραματικό αποτέλεσμα, δραματικό εφέ, δραστική επίδραση
Τυχαίες λέξεις
Интриговать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλοκή, συνωμοτώ, συνωμοσία, πρόγραμμα, ίντριγκα, ίντριγκες, ίντριγκας, δολοπλοκία, δολοπλοκίας
Μεταφράσεις: πλοκή, συνωμοτώ, συνωμοσία, πρόγραμμα, ίντριγκα, ίντριγκες, ίντριγκας, δολοπλοκία, δολοπλοκίας