Искривленный στα ελληνικά

Μετάφραση: искривленный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραβός, καμπύλος, κυρτός, καμπύλο, κυρτή, κυρτό
Искривленный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дерзание στα ελληνικά - θάρρος, τόλμημα, γενναιότητα, τόλμη, τολμηρή, τολμηρό, τολμηρές, ...
  • ежиться στα ελληνικά - συστέλλω, ανατριχίλα, συρρικνώνομαι, μπαίνω, τουρτουρίζω, ριγώ, συρρικνωθεί, ...
  • завертывать στα ελληνικά - τυλίγω, διπλώνω, πτυχή, πλαταγίζω, εμπλέκομαι, γύρος, μπλέκω, ...
  • заводь στα ελληνικά - λιμνούλα, ρεύμα, ρυάκι, πισίνα, στάσιμα νερά, τέλμα, backwater, ...
Τυχαίες λέξεις
Искривленный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραβός, καμπύλος, κυρτός, καμπύλο, κυρτή, κυρτό