Кабельтов στα ελληνικά
Μετάφραση: кабельтов, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήκος, καλώδιο, μήκος καλωδίου, το μήκος του καλωδίου, μήκος του καλωδίου, μήκος αγωγού, μήκους του καλωδίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аддукция στα ελληνικά - προσαγωγή, προσαγωγής, της προσαγωγής, την προσαγωγή, προσαγωγής του
- афганец στα ελληνικά - Αφγανός, του Αφγανιστάν, αφγανική, αφγανικού, αφγανικό
- воспрянуть στα ελληνικά - ορθώνομαι, αύξηση, αυξάνομαι, ανατέλλω, νέα μίσθωση, νέα πνοή, νέα παράταση, ...
- выдохнуться στα ελληνικά - χάνω, πετυχημένο
Τυχαίες λέξεις
Кабельтов στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήκος, καλώδιο, μήκος καλωδίου, το μήκος του καλωδίου, μήκος του καλωδίου, μήκος αγωγού, μήκους του καλωδίου
Μεταφράσεις: μήκος, καλώδιο, μήκος καλωδίου, το μήκος του καλωδίου, μήκος του καλωδίου, μήκος αγωγού, μήκους του καλωδίου