Калорический στα ελληνικά
Μετάφραση: калорический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμικός, θερμιδική, θερμογόνος, θερμογόνου, θερμογόνου δύναμης, θερμογόνο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бордо στα ελληνικά - Μπορντό, Μπορντώ, Bordeaux, του Μπορντό, Μπορδώ
- внеаудиторный στα ελληνικά - μισής ημέρας, μισής ημέρας άδειας την, μισής ημέρας άδειας
- домашний στα ελληνικά - οικιακός, σπιτικό, εσωτερικός, οικογένεια, σπίτι, κατοικίδιος, Αρχική σελίδα, ...
- дуга στα ελληνικά - αψίδα, χείλος, κόμπος, φιόγκος, καμπύλη, τόξο, κυρτώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Калорический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμιδική, θερμογόνος, θερμογόνου, θερμογόνου δύναμης, θερμογόνο
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμιδική, θερμογόνος, θερμογόνου, θερμογόνου δύναμης, θερμογόνο