Λέξη: τελετή

Σχετικές λέξεις: τελετή

τελετή του νιπτήρα, τελετή αγιοποίησης, τελετή λήξης ολυμπιακών αγώνων 2014, τελετή αφήσ ολυμπιακήσ φλόγασ 2012, τελετή έναρξης ολυμπιακών αγώνων 2004, τελετή έναρξης των ολυμπιακών αγώνων ποια χώρα τιμητικά παρελαύνει πρώτη, τελετή της αφής του αγίου φωτός, τελετή έναρξης των ολυμπιακών αγώνων, τελετή αφής ολυμπιακής φλόγας, τελετή λήξης πατρινού καρναβαλιού 2014, τελετή έναρξης, τελετή λήξης, η τελετή

Συνώνυμα: τελετή

ιεροτελεστία, κατάσταση, κράτος, πολιτεία, δημόσιο, επισημότητα, τυπικότητα, εθιμοτυπία, τύποι, εορτασμός, τελετουργία, πανηγυρισμός

Μεταφράσεις: τελετή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ceremony, celebration, rite, ceremonial, the ceremony
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acto, rito, ceremonia, ceremonia de, la ceremonia, acto de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zeremonie, feierlichkeit, zeremoniell, feier, Zeremonie, Feier, Festakt, Verleihung
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gala, solennité, cérémonie, fête, cérémonial, la cérémonie, cérémonie de, remise
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cerimonia, cerimonia di, cerimonia del, la cerimonia
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerimônia, cerimónia, cerimônia de, ceremony, cerimónia de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ceremonieel, plichtplegingen, ceremonie, plechtigheid, uitreiking, ceremonie van, ceremony
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
церемонность, церемония, обряд, церемонии, церемонию, торжественная церемония
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
høytidelighet, seremoni, seremonien
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ceremoni, ceremonin
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
juhlamenot, menot, toimitus, seremonia, tapahtuma, seremoniaan, seremonian, seremoniassa, tilaisuudessa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ceremoni, højtidelighed, ceremonien
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obřad, etiketa, slavnost, slavnostní, ceremonie, ceremoniál, obřadu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obrzęd, ceremonia, uroczystość, ceremonii, Uroczystość, ceremony, Uroczyste
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szertartás, ünnepély, ünnepségen, ünnepség, ceremónia, szertartást
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tören, töreni, törenine, törenle
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
манірно, церемонія, обряд, церемонність
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ceremoni, Ceremonia, Ceremonia e, ceremoninë, ceremoninë e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
церемония, церемонията, церемония по, церемонията по
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цырымонія
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tseremoonia, kombetalitus, tseremoonial, tseremooniat, tseremooniaga, tseremooniale
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obred, svečanost, ceremonija, svečanosti, Svečano
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
athöfn, viðhöfn, Athöfnin, Athöfnina, athöfninni, athöfn sem
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ritus, cærimonia
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ceremonija, ceremonijoje, ceremoniją, ceremonijos, įteikimo ceremonija
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ceremonija, ceremonijā, ceremoniju, pasniegšanas ceremonija, ceremonijas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
церемонија, церемонијата, на церемонијата, свеченото, церемонијата на
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ceremonie, ceremonia, ceremonia de, ceremonii, ceremonie de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
slovesnosti, slovesnost, obred, Podelitev, ceremony
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obrad, obradu

Στατιστικά δημοτικότητας: τελετή

Τυχαίες λέξεις