Камень στα ελληνικά
Μετάφραση: камень, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουνώ, πετροβολώ, ροκ, κλιμάκωση, χαλίκι, κλίμακας, λιθοβολώ, λέπι, λογισμός, πέτρα, κλίμακα, λικνίζω, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ассоциация στα ελληνικά - σχέση, Σύνδεσμος, Σύλλογος, Ένωση, Συλλόγου, Συνδέσμου
- безмолвие στα ελληνικά - ήρεμος, σιωπή, σωπαίνω, γαλήνιος, ακίνητος, σιγή, σιωπής, ...
- выдвинуться στα ελληνικά - σπρώχνω, εξέχω, σπρώξιμο, επιτυγχάνω, πετυχαίνω, κινούνται έξω, κινηθούν έξω, ...
- выморить στα ελληνικά - vymorit
Τυχαίες λέξεις
Камень στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουνώ, πετροβολώ, ροκ, κλιμάκωση, χαλίκι, κλίμακας, λιθοβολώ, λέπι, λογισμός, πέτρα, κλίμακα, λικνίζω, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Μεταφράσεις: κουνώ, πετροβολώ, ροκ, κλιμάκωση, χαλίκι, κλίμακας, λιθοβολώ, λέπι, λογισμός, πέτρα, κλίμακα, λικνίζω, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη