Λέξη: πυραμίδα

Σχετικές λέξεις: πυραμίδα

πυραμίδα του ταϋγέτου, πυραμίδα μασλοου, πυραμίδα του ελληνικού, πυραμίδα του χεφρήνου, πυραμίδα maslow, πυραμίδα 67, πυραμίδα του χέοπα, πυραμίδα της διατροφής, πυραμίδα ταΰγετου (λακωνία), πυραμίδα της γκίζας, πυραμίδα διατροφής

Συνώνυμα: πυραμίδα

πυραμίς

Μεταφράσεις: πυραμίδα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pyramid, pyramid scheme, the pyramid, pinnacle, pyramid of
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pirámide, pirámide de, la pirámide, piramidal, de pirámide
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pyramide, Pyramide, Pyramiden, pyramid
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pyramide, pyramidale, la pyramide, pyramidal, pyramide de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
piramide, Pyramid, piramidale, piramide di, a piramide
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pirâmide, enigma, pirâmide de, pyramid, da pirâmide, de pirâmide
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
piramide, pyramide, piramide van, pyramid, De piramide
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пирамида, пирамиды, пирамиду, пирамидой
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pyramide, pyramiden, Pyramid
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pyramid, pyramiden, i Pyramid
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyramidi, Pyramid, pyramidin, Pyramid ja, peliä Pyramid
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pyramide, Pyramid, pyramiden, i Pyramid, Pyramid og
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pyramida, jehlan, pyramidy, pyramidu, pyramid
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
piramidka, ostrosłup, piramida, Pyramid, piramidy
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gúla, piramis, piramist, pyramid, a piramis
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
piramit, Pyramid, piramidi, piramid, piramidin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
піраміда, пирамида, піраміду
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
piramida, piramidë, piramidale, Piramida, piramidës, Piramida e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пирамида, пирамидата, пирамидална, пирамиди
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
піраміда, піраміду
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
püramiid, püramiidi, püramiidis, püramiidikujuline, pyramid
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
piramida, lomača, piramide, piramidu, piramidalnih, piramidom
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pýramída, Pyramid, píramídi, Pýramídinn
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
piramidė, piramidės, Pyramid, piramidę
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piramīda, piramīdas, Pyramid, piramīdu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пирамида, пирамидални, пирамидата, пирамидална, пирамидалните
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
piramidă, piramida, piramidei, piramide, piramidală
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
piramida, pyramid, piramide, piramidna, piramido
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ihlan, pyramída, pyramida, pyramid, pyramídy

Στατιστικά δημοτικότητας: πυραμίδα

Τυχαίες λέξεις