Кислый στα ελληνικά

Μετάφραση: кислый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στυφός, καυστικός, οξύς, ξινός, πόρνη, οξύ, τάρτα, ωμός, ξινή, ξινό, ξινά, κρέμα, όξινη
Кислый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буква στα ελληνικά - χαρακτήρας, γράμμα, επιστολή, έγγραφο, επιστολής
  • воспроизводящий στα ελληνικά - αναπαραγωγής, αναπαραγωγή, αναπαραγωγής του, την αναπαραγωγή, αναπαράγουν
  • евгенический στα ελληνικά - καλλιγενικός, ευγονικούς, ευγονικό, ευγονικής, ευγονικών
  • завешивать στα ελληνικά - απαγχονίζω, αυλαία, πέπλος, καλύπτω, κουρτίνα, κρέμασμα, κρεμώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Кислый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στυφός, καυστικός, οξύς, ξινός, πόρνη, οξύ, τάρτα, ωμός, ξινή, ξινό, ξινά, κρέμα, όξινη