Клеймовщица στα ελληνικά

Μετάφραση: клеймовщица, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημάδι, kleymovschitsa
Клеймовщица στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ветеринарный στα ελληνικά - κτηνιατρικός, κτηνιατρικών, κτηνιατρική, κτηνιατρικά, κτηνιατρικό
  • вывихнуть στα ελληνικά - εξαρθρώνω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις
  • грузинка στα ελληνικά - Γεωργιανά, γεωργιανό, γεωργιανή, γεωργιανές, γεωργιανού
  • драгун στα ελληνικά - ιππέας, δραγόνος, Dragoon
Τυχαίες λέξεις
Клеймовщица στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημάδι, kleymovschitsa